Překlad: P. Janík a I. Gavora: Konstantinos Kavafis, Dokonané je, Bratislava 1989.
ΓκρίζαΚυττάζοντας ένα οπάλλιο μισό γκρίζο θυμήθηκα δυο ωραία γκρίζα μάτια που είδα· θάναι είκοσι χρόνια πρίν …. ……………………………….. Για έναν μήνα αγαπηθήκαμε. Έπειτα έφυγε, θαρρώ στην Σμύρνη, για να εργασθεί εκεί, και πια δεν ιδωθήκαμε. Θ’ ασχήμισαν — αν ζει — τα γκρίζα μάτια· θα χάλασε τ’ ωραίο πρόσωπο. Μνήμη μου, φύλαξέ τα συ ως ήσαν. Και, μνήμη, ό,τι μπορείς από τον έρωτά μου αυτόν, ό,τι μπορείς φέρε με πίσω απόψι. |
Sivé očiSivastý opál mi pripomenul tie dve uhrančivé sivé oči, ktoré som zazrel azda pred dvadsiatimi rokmi. ……………………………….. Naša láska trvala vari mesiac. Potom odišiel za prácou do Smyrny a odvtedy sem sa nevideli. Akiste pohasli, akže vôbec ešte sú, tie sivé oči, pominula krása tej ľúbeznej tváre. Ó, pamäť, zachovaj mi ich také, aké boli vtedy, ó, pamäť, zachovaj miz tej lásky, koľko sa len dá. Prinavráť mi z nej, koľko je v tvojich silách. |
Από υαλί χρωματιστόΠολύ με συγκινεί μια λεπτομέρεια στην στέψιν, εν Βλαχέρναις, του Ιωάννη Καντακουζηνού και της Ειρήνης Aνδρονίκου Aσάν. Όπως δεν είχαν παρά λίγους πολυτίμους λίθους (του ταλαιπώρου κράτους μας ήταν μεγάλ’ η πτώχεια) φόρεσαν τεχνητούς. Ένα σωρό κομμάτια από υαλί, κόκκινα, πράσινα ή γαλάζια. Τίποτε το ταπεινόν ή το αναξιοπρεπές δεν έχουν κατ’ εμέ τα κομματάκια αυτά από υαλί χρωματιστό. Μοιάζουνε τουναντίον σαν μια διαμαρτυρία θλιβερή κατά της άδικης κακομοιριάς των στεφομένων. Είναι τα σύμβολα του τι ήρμοζε να έχουν, του τι εξ άπαντος ήταν ορθόν να έχουν στην στέψι των ένας Κυρ Ιωάννης Καντακουζηνός, μια Κυρία Ειρήνη Aνδρονίκου Aσάν. |
Zo sklíčokDušu mi prudko rozochvieva mihotavý svit drobných trblietok na slávnosti v Blachernách, keď korunovali Joannisa Kantakuzenosa a Irenu, dcéru Andronika Asana. Bieda našej ťažko skúšanej krajiny bola nesmierna, a tak jej panovníkov zaodeli do rúch zdobených tisícami brúsených sklíčok červených ako rubíny zelených ako smaragdy a belasých ako azurity. Nevidím potupu ani urážku v týchto pestrofarebných kúskoch skla. Sú skôr žalostným odporom proti krivde a núdzi. Znakom toho, čo nevlastní v tento veľkolepý deň Joannis Kantakuzenos a Irena, dcéra Andronika Asana. |
Περιμένοντας τους Bαρβάρους— Τι περιμένουμε στην αγορά συναθροισμένοι; Είναι οι βάρβαροι να φθάσουν σήμερα. — Γιατί μέσα στην Σύγκλητο μια τέτοια απραξία; Τι κάθοντ’ οι Συγκλητικοί και δεν νομοθετούνε; Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα. Τι νόμους πια θα κάμουν οι Συγκλητικοί; Οι βάρβαροι σαν έλθουν θα νομοθετήσουν. —Γιατί ο αυτοκράτωρ μας τόσο πρωί σηκώθη, και κάθεται στης πόλεως την πιο μεγάλη πύλη στον θρόνο επάνω, επίσημος, φορώντας την κορώνα; Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα. Κι ο αυτοκράτωρ περιμένει να δεχθεί τον αρχηγό τους. Μάλιστα ετοίμασε για να τον δώσει μια περγαμηνή. Εκεί τον έγραψε τίτλους πολλούς κι ονόματα. — Γιατί οι δυο μας ύπατοι κ’ οι πραίτορες εβγήκαν σήμερα με τες κόκκινες, τες κεντημένες τόγες· γιατί βραχιόλια φόρεσαν με τόσους αμεθύστους, και δαχτυλίδια με λαμπρά, γυαλιστερά σμαράγδια· γιατί να πιάσουν σήμερα πολύτιμα μπαστούνια μ’ ασήμια και μαλάματα έκτακτα σκαλιγμένα; Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα· και τέτοια πράγματα θαμπώνουν τους βαρβάρους. —Γιατί κ’ οι άξιοι ρήτορες δεν έρχονται σαν πάντα να βγάλουνε τους λόγους τους, να πούνε τα δικά τους; Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα· κι αυτοί βαρυούντ’ ευφράδειες και δημηγορίες. — Γιατί ν’ αρχίσει μονομιάς αυτή η ανησυχία κ’ η σύγχυσις. (Τα πρόσωπα τι σοβαρά που εγίναν). Γιατί αδειάζουν γρήγορα οι δρόμοι κ’ η πλατέες, κι όλοι γυρνούν στα σπίτια τους πολύ συλλογισμένοι; Γιατί ενύχτωσε κ’ οι βάρβαροι δεν ήλθαν. Και μερικοί έφθασαν απ’ τα σύνορα, και είπανε πως βάρβαροι πια δεν υπάρχουν. Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους. Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις. |
Čakanie na barbarov– Na čo čakáme toľkí na tomto námestí? – Dnes sem vtrhnú barbari. – Z akého dôvodu v senáte vládne ľahostajnosť? Prečo senátori iba sedia a nevynášajú zákony? – Lebo dnes k nám vpadnú barbari. Akéže zákony by ešte mohli vyniesť senátori? Až dorazia barbari, sami budú zákonodárcami. – Čo primälo cisára vstať dnes tak skoro ráno a sadnúť si pri hlavnej mestskej bráne na vysoký trón v slávnostnom rúchu, s korunou na hlave? – Nájazd barbarov. Panovník mieni prijať ich náčelníka so všetkými poctami a odovzdať mu aj pamätnú listinu. Napísal na ňu všetky svoje tituly amená. – Pri akej príležitosti vyšli do ulíč obaja konzuli a prétori v bohato vyšívaných tógach, s náramkami posiatymi ametystami, prsteňmi s trlblietavými smaragdami a s drahocennými palicami zdobenými tepaným striebrom a zlatom? – Na mesto sa rútia barbari a takáto nádhera ich oslňuje. – Kam sa podeli naši zdatní rečníci a ich skvelé prejavy? – Blížia sa barbari a tých dovádzajú do zúrivosti duchaplné rečičky a verejné vyhlásenia. – Ako to, že v istom okamihu odrazu všetci zvážneli a všade zavládlo náhlenie a zmätok? Čo vyvolalo bezhlavé vyprázdňovanie ulíc a námestí? Prečo sa ľudia so zarmútenými tvárami rozchádzajú po domovoch? – Pretože nastala noc a barbarov nikde. Od hraníc pribehli poslovia a hlásia, že barbari odtiahli. Ale čo bude teraz s nami bez barbarov? Títo ľudia boli pre nás vlastne akýmsi riešením. |
Che fece …. il gran rifiutoΣε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τόχει έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του. Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Aν ρωτιούνταν πάλι, όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει εκείνο τ’ όχι — το σωστό — εις όλην την ζωή του. |
Che fece … il gran rifiutoMnohým svitne deň, keď musia povedať svoje veľké áno alebo nie. Viacerí majú naporúdzi súhlas, po ktorom pokračujú ďalej spokojní sami so sebou. Ale ten, čo poprie, neoľutuje, a ak by sa ho znova spýtali, zasa odmietne. A pritom to osudové, nevyhnutné a jedine správne nie ho stíha do posledného dychu. |
Τα ΠαράθυραΣ’ αυτές τες σκοτεινές κάμαρες, που περνώ μέρες βαρυές, επάνω κάτω τριγυρνώ για νάβρω τα παράθυρα.— Όταν ανοίξει ένα παράθυρο θάναι παρηγορία.— Μα τα παράθυρα δεν βρίσκονται, ή δεν μπορώ να τάβρω. Και καλλίτερα ίσως να μην τα βρω. Ίσως το φως θάναι μια νέα τυραννία. Ποιος ξέρει τι καινούρια πράγματα θα δείξει. |
OknáV týchto pochmúrnych izbách, v ktorých prežívam ťažké dni, blúdim v nádeji, že nájdem okno. Otvoriť ho je mojou útechou. Okien však niet, alebo ich neviem nájsť. A to je asi moje šťastie. Svetlo by bolo pre mňa akiste utrpením a ktovie, čo by som v ňom uzrel. |