1 FRANCESCO PETRARCA (1304-1374) Αλλαγές που επιφέρει στη λογοτεχνική παράδοση µε την ποιητική συλλογή Canzoniere ή Rerum vulgarium fragmenta  Σε αντίθεση προς τον τίτλο Rerum vulgarium fragmenta αποτελεί η οριστική έκδοση έναν υποδειγµατικά επεξεργασµένο ποιητικό κύκλο µε αυστηρή οργανική ενότητα (in vita σον. 1-263 - in morte σον. 264-366). Γραµµική δοµή και έργο «ανοιχτό», κυκλική ανακύκλωση της σηµασίας. Σονέτο = α. αυτόνοµη ποιητική µονάδα β. αναπόσπαστο τµήµα ενός όλου γ. σε σχέση µε τα γειτνιάζοντα σονέτα.  Η λυρική ποίηση ως µέσο ενδοσκόπησης: Η συλλογή συνηγορεί υπέρ µίας σχετικής αλήθειας, περιγράφει τις αντινοµίες της ανθρώπινης φύσης (αντίθεση προς το σχολαστικισµό). Νέα χρήση της acedia, της µελαγχολίας (αντιπαραγωγική πνευµατική στάση και βαριά αµαρτία κατά το µεσαίωνα) ¡ α. δυνατότητα εστίασης στο εσωτερικό τοπίο, από ένα ελάχιστο γεγονότων προκύπτει ένα µέγιστο ψυχικών εκφράσεων β. η βαρυθυµία ως αφορµή να αναδυθεί το ποιητικό δυναµικό.  Επιλογή του σονέτου ως εκφραστικού µέσου: ο ποιητής συνειδητά το τοποθετεί ισότιµα δίπλα στα ποιητικά είδη της canzone και της sestina και το διανθίζει µε πλείστους νεωτερισµούς σε θεµατικό επίπεδο αλλά και σε µορφικό = ποικιλία ρητορικών σχηµάτων (παραλληλισµός, οξύµωρο κτλ.) Βλ. ιδιαίτερα το ρόλο της παρήχησης της Laura = l’ aurora (η αυγή), l’ auro (το χρυσό των µαλλιών της αγαπηµένης), lauro (η δάφνη) ¡ αυτοαναφορικός χαρακτήρας της πετραρχικής ποίησης, η αγάπη για τη Laura ως αγάπη για την ποιητική παραγωγή και δόξα. Πετραρχισµός = η εγκυρότερη και δηµοφιλέστερη µορφή ποίησης σύµφωνα µε το πρότυπο του Πετράρχη (16ος αιώνας). Καθοριστική η συµβολή του P. Bembo (Prose della volgar lingua, 1525) ¡ α. ανάγει την ποίηση του Πετράρχη στο πλέον αξιόλογο λογοτεχνικό είδος β. καλεί τους σύγχρονους ποιητές να την υιοθετήσουν (θεµατικά και µορφικά) αλλά και γ. να θεµατοποιήσουν την αφοµοίωση αυτής. Η νέα φιλολογική έρευνα = ο Πετραρχισµός δεν είναι επιγονισµός και στείρα µίµηση αλλά θεωρία ποιητικής. ΡΙΜΕΣ ΑΓΑΠΗΣ – ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ Τ Ν ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡ Ν ΠΟΡΙΣΜΑΤ Ν 1. Συµπεράσµατα της Σιαπκαρά-Πιτσιλλίδου (1952, 2 1975, 3 1976): πρώτη ολοκληρωµένη φιλολογική-κριτική έκδοση του κυπριακού χειρογράφου (φωνητική γραφή, ανώνυµος µεταφραστής ή µεταφραστές· η µεταφραστική εργασία ≈ 1546-1582) Η συµβολή της ερευνήτριας τριπλή: α. συµµετοχή του ελληνικού χώρου στη µεγάλη λογοτεχνική και ποιητική κίνηση της Ευρώπης – πιθανή µετάθεση της απαρχής της Νεοελληνικής λογοτεχνίας από την ακµή της λογοτεχνίας της Κρήτης στην εν λόγω συλλογή β. η συλλογή αναγνωρίζεται ως προσπάθεια µεταφοράς στον ελληνικό χώρο της πολύπλοκης µορφολογίας της ιταλικής στιχουργικής (ανάλογη µε την προσπάθεια του Σολωµού) γ. υποστηρίζει την ενότητα του ενός ύφους του µεταφραστή (χωρίς να αποκλείει την ύπαρξη περισσότερων µεταφραστών) και αντιµετωπίζει το κείµενο ως µονοφωνικό σώµα. 2. Συµπεράσµατα του Vincenzo Pecoraro: α. εντάσσει το χειρόγραφο σε µία παράδοση, στην οποία υπάρχουν και άλλοι µικτοί κώδικες που συλλέγουν µε κριτήρια µίας ανθολογίας το ποιητικό υλικό διαφόρων πετραρχικών ποιητών. β. το χειρόγραφο δεν παρουσιάζει οργανική ενότητα, υπόκειται σε µία εσωτερική 2 ταξινόµηση σε οµάδες ή τµήµατα µετρικής γ. διακρίνει δύο βασικά στρώµατα: µέρη που αποκαλύπτουν έναν «ορθόδοξο» Πετραρχισµό ή κυριαρχούσες µορφές πετραρχικής έµπνευσης του ύστερου 15ου αιώνα (ποιήµατα που προέρχονται δηλαδή απευθείας από τον Πετράρχη ή από το µοντέλο του Sannazaro) και µέρη εκφράζουν το νέο ποιητικό γούστο ¡ διαφορετική εικασία χρονολογίας της συλλογής (τέλος του 15ου αιώνα έως και το αργότερο το 1540) δ. Ο Pecoraro ταυτίζει επιπλέον ποιήµατα της συλλογής µε ιταλικά πρότυπα 3. Συµπεράσµατα της Μαθιοπούλου: α. Βάσει µορφικών στοιχείων πιθανή η ύπαρξη περισσότερων του ενός µεταφραστών, οι οποίοι εργάστηκαν κατά το χρονικό διάστηµα 1489-1570 (οπότε και έγινε η τουρκική εισβολή) ¡ 6-7 κατηγορίες ποιηµάτων παραπέµπουν σε ανάλογους µεταφραστές. Πιθανώς ακαδηµαϊκού χαρακτήρα επίδειξη επιτηδειότητας στη διάλεκτο ¡ αποτέλεσµα του συναγωνισµού µίας οµάδας β. εξετάζει, αν και ιδιαίτερα επιφανειακά, τους λόγους «ενεργοποίησης» ενός τέτοιου φαινοµένου πρόσληψης (παραγγελία από κάποιον επώνυµο, διασκέδαση ενός κύκλου ακροατών;), χωρίς ωστόσο να δίνει απάντηση. Φιλολογική άσκηση εικασίας: το κυπριακό χφ. ¡ ενέχει χαρακτήρα µανιφέστου, συνειδητή καλλιτεχνική σύνθεση ενός κυπριακού hic et nunc στο πρόγραµµα πετραρχικής ποιητικής (η µετάφραση όχι µόνο ως µηχανισµός διαµεσολάβησης της θεµατικής ή µορφικής ποιότητας των ιταλικών προτύπων, τα µεταφρασµένα κείµενα αξιώνουν καλλιτεχνική αυτονοµία, υπογραµµίζουν ότι δεν είναι ισοπεδωτικές µεταφραστικές µιµήσεις)  µανιεριστικό παιχνίδι = στρατηγικές µίας οξυµένης ποιητικής συνείδησης.  Ένα close reading των µεταφρασµένων κειµένων και των ιταλικών «προτύπων» αποκαλύπτει ευδιάκριτα σηµάδια: 1. Ο µεταφραστής αποδίδει τιµή στο µεγάλο δάσκαλο και, σε ένα δεύτερο επίπεδο, εγγράφεται συνειδητά στη λογοτεχνική παράδοση του Πετραρχισµού (λ.χ. σονέτο 15 κ.α.) 2. Μεταφράσεις που κατάδηλα αποτελούν προσπάθειες οικείωσης (σε µορφικό ή και θεµατικό επίπεδο) του πρωτότυπου (λ.χ. 79, 106) – ωστόσο: ακόµη και οι φαινοµενικά «πιστές» µεταγραφές ενός ιταλικού πρωτότυπου στην ελληνική περιέχουν ηθεληµένες αποκλίσεις ¡ παραπέµπουν στην ιδία ποιητική ύπαρξη (βλ. σονέτα 8, 12 κτλ.) 3. Η αµιλλητική στάση λαµβάνει κάποτε εµφανώς τη σχέση έντασης προς το πρωτότυπο ¡ ο µεταφραστής εφορµά από ένα ιταλικό κείµενο και επεµβαίνει κατά βούληση επιφέροντας σηµαντικές µορφικές ή θεµατικές αλλαγές (λ.χ. ένα σονέτο µεγεθύνεται σε σύνθεση οχτάστιχων σε 11σύλλαβο ή από την α’ στροφή ενός σονέτου δηµιουργεί sestina (βλ. σον. 3) ή επιφέρει αλλαγές ακόµη και στην εξωτερική µορφή του σονέτου (βλ. ποίηµα 18). Η στρατηγική της αποξένωσης περνά κάποτε σ’ ένα µεταεπίπεδο, σε µία µεταγλώσσα (βλ. σονέτο 13). 4. Ο µεταφραστής θέτει συχνά στον εαυτό του υφολογικές, µετρικές και λεξιλογικές δυσκολίες, ανύπαρκτες στο ιταλικό κείµενο, τις οποίες και προσπαθεί να ξεπεράσει (βλ. ποίηµα 111) ¡¡¡¡ το «αντίγραφο» να υπερέχει τελικώς του πρωτότυπου.  ένταξη της κυπριακής συλλογής στην εξωλογοτεχνική συνάφεια, στο κλίµα ιδεών που τη γεννά ¡ στην Ιταλία οι φιλόσοφοι ουµανιστές αντικρίζουν τις 3 δυνατότητες έκφρασης και ποιητικής ανανέωσης όχι πλέον στην ποίηση και ρητορική των αρχαίων προτύπων αλλά στη δηµώδη γλώσσα (βλ. τα θεωρητικά µανιφέστα των Bembo Prose della volgar lignua (1525), Sperone Speroni Dialogo delle lingue κ.α.) η συλλογή = καταφεύγει στην κυπριακή διάλεκτο επειδή έχει την πρόθεση να την καθιερώσει και µε την βοήθεια της τέχνης και νέων µετρικών συστηµάτων να την εξευγενίσει.